Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

Ανάρτηση 14/2010 [ανθρώπινη, συναισθηματική, καταθλιπτική, αλλά και τραγουδιστική] – Για τους ανθρώπους που ΔΕΝ γυρίζουν σπίτι από τη δουλειά*...

{* Περί αδόκητων κι απροσδόκητων θανάτων ο λόγος ...}

Θυμάμαι μικρός, όταν ο πατέρας κι η μητέρα αργούσαν πάρα πολύ [κάποιες φορές] να γυρίσουν σπίτι από τες δουλειές στα χωράφια και τη μάντρα [όταν μάλιστα είχε νυχτώσει κιόλας κι ΕΜΕΙΣ, ένα τσούρμο παιδιά ήμασταν μόνοι στο σπίτι – δεν υπήρχαν και κινητά τηλέφωνα τοτε για να επικοινωνούμε!] μ’ έπιαναν σκέψεις διάφορες [συνήθως άσχημες] και μια αγωνία, γιατί δεν είχαν επιστρέψει ακόμα. Γιατί είχαν αργήσει; Μήπως τους είχε συμβεί κάτι [δυσάρεστο];


Το σπίτι είναι ο φυσιολογικός χώρος που θα καταλήξει ο ΚΑΘΕΝΑΣ μας ολοκληρώνοντας τη δουλειά ή/και άλλες υποχρεώσεις. Κάποιοι [τα μέλη της οικογένεια του – ο/η σύζυγος, τα παιδιά, οι γονείς, τα αδέλφια] τον περιμένουν εκεί ... Γι’ αυτό και συνεχίζει μέχρι και σήμερα με πιάνει μια θλίψη όταν ακούω αυτές τες λυπητερές ειδήσεις [έστω και για άγνωστους μου] ανθρώπους [εργαζόμενους] που σκοτώνονται στο δρόμο από και προς τη δουλειά τους [σε αυτοκινητιστικά δυστυχήματα] ή στην ίδια τη δουλειά τους σε εργατικά ατυχήματα, και χάνονται για πάντα, ενώ οι δικοί τους θα τους περιμένουν στο σπίτι ...

Όλ’ αυτά ήρθαν στο μυαλό μου αυτές τες μερικές μέρες όταν άκουσα στες ειδήσεις για το σκοτωμό και χαμό δύο ανθρώπων σε δυστυχήματα στους δρόμους εν ώρα. Τους παρέσυραν απρόσεχτοι οδηγοί [και ως φαίνεται και κατα συρροή υπότροποι σε τροχαίες παρανομίες και παραβάσεις].
Τους δύο ανθρώπους που σκοτώθηκαν στο δρόμο εν ώρα δουλειάς, ΔΕΝ τους γνώριζα. Ούτε τον οδηγό του ρυμουλκού [που σκοτώθηκε την περασμένη Τρίτη], αλλά ούτε και τον υπάλληλο του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων [που σκοτώθηκε την επαύριον, την περασμένη Τετάρτη], όμως ο θάνατος τους [και οι συνθήκες κάτω από τες οποίες συνέβηκε] με άγγιξε έντονα και με να συγγράψω κι αυτό το κείμενο. Όχι απλώς γιατί δύο άνθρωποι χάθηκαν ξαφνικά και άδικα των αδικών [λέτε να υπάρχουν κι άνθρωποι που σκοτώνονται ή χάνονται δίκαια;], αλλά και για κάποιους άλλους λόγους [που μου δημιούργησαν μια συναισθηματική φόρτιση].


Ο ένας νεκρός [της ασφάλτου] ο 54χρονος Κυριάκος Μιχαήλ από την Παλλουριώτισσα, υπάλληλος του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, παρασύρθηκε μαζί με ακόμα δυο υπάλληλους [που νοσηλεύονται στο Νοσοκομείο] και σύρθηκε σε απόσταση τριάντα μέτρων από ασυνείδητο οδηγό. Είχε λίγο πολύ την ηλικία μου και σίγουρα θα είχε πολλά όνειρα για τη ζωή ΤΟΥ!!!

Ο άλλος νεκρός, ο 35χρονο Ρολάνδος Πάλμας από τα Λειβάδια [πατέρας τριών ανηλίκων παιδιών] ήταν οδηγός ρυμουλκού και την ώρα του δυστυχήματος προσπαθούσε να φορτώσει στην πλατφόρμα του ρυμουλκού του ένα αυτοκίνητο που είχε χαλάσει και είχε μείνει στο δρόμο.
Ίσως να ήταν αυτό το περιστατικό [από τα δύο] που πιο πολύ με παρακίνησε να γράψω αυτό το κείμενο και να κάμω αυτή την ανάρτηση.
Έτυχε μερικές φορές να χρειαστώ τη βοήθεια αυτών των ανθρώπων όταν λόγω μηχανικής βλάβης του αυτοκίνητου μου ή άλλου προβλήματος έμεινα στο δρόμο. Τους τελευταίους 2-3 μήνες μάλιστα 2 φορές με πρόδωσε το σαραβαλάκι και χρειάστηκε να τους καλέσω για να το μεταφέρουμε στον μηχανικό [εκείνοι οι οδηγοί ήταν και οι δύο ξένοι - αλλοδαποί] Έτσι έζησα από κοντά τες δυσκολίες και τους κινδύνους της δουλειάς τους .

Θυμάμαι μάλιστα πριν κάποια χρόνια [ίσως καμιά 10ρια], μαύρα μεσάνυχτα, επιστρέφοντας σπίτι από Λευκωσία [με τη σύζυγο μου] έμεινα από λάστιχο [το πίσω δεξιά] στον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας – Λάρνακας. Κατέβηκα να το αλλάξω εγώ, αλλά λόγω της μεγάλης ταχύτητας με την οποία περνούσαν τα διερχόμενα αυτοκίνητα και ήταν και νύχτα ήταν πολύ επικίνδυνο. Γι’ αυτό και άλλαξα γνώμη και κάλεσα την οδική βοήθεια. Ο οδηγός του ρυμουλκού για να κάμει ακίνδυνα τη δουλειά του [δηλ. για προστασία του ενώ θα άλλαζε το λάστιχο], έβαλε το όχημα του πίσω από το δικό μου [και με τους φάρους του αναμμένους]

*****************
Καλώς ή κακώς, ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΜΑΣ οχυρώνεται [και ζει] στο δικό ΤΟΥ “μικρόκοσμο” [με αποτέλεσμα στο τέλος να αυτο-εγκλωβίζεται και να αυτο-περιθωριοποιείται] ... Νομίζουμε πως αν βγάλουμε τελείως από το μυαλό του αυτά τα “κακά” [τα ατυχήματα, τα δυστυχήματα, τις αρρώστιες, τους θανάτους] για τα οποία ακούμε μια την άλλη, τούτα ΔΕΝ θα συμβούν σ’ ΕΜΑΣ, αλλά (θα) τυχαίνουν ΜΟΝΟ στους άλλους! Νομίζουμε πως αν τα προσπερνούμε με μια δόση αδιαφορίας και κυνικότητας [ως κάτι το αναπόφευκτο, το οποίο όμως συμβαίνει μόνο στους άλλους] θα προστατεύσουμε τους εαυτούς μας αλλά και τους πού κοντινούς μας [συναισθηματικά και ψυχολογικά] από την άσχημη επίδραση αυτών των δυσάρεστων ειδήσεων. Αυτό όμως με τη σειρά του οδηγεί και στην απεμπλοκή μας ή την αποστασιοποίηση μας από κινήσεις και δράσεις που θα μπορούσαν να απαμβλύνουν το πρόβλημα των δυστυχημάτων. [Μόνο όταν νοιώσουμε ότι κινδυνεύουμε σωματικά λόγω της αυξανόμενης εγκληματικότητας αρχίζουμε να διαμαρτυρόμαστε αλλά περιοριζόμαστε κι εδώ στο “Εφάαν ΜΑΣ οι ξένοι”!] ...
Αυτά τα περιστατικά [και οι συνεπακόλουθες σκέψεις που κατέκλυσαν το μυαλό μου], μου έφεραν στο νουν [το μυαλό είναι απρόβλεπτο] και το τραγούδι “Μικρόκοσμος”, του Θάνου Μικρούτσικου σε στίχους Ναζίμ Χικμέτ και τραγουδημένο από την εξαίρετη φωνή της αείμνηστης Μαρίας Δημητριάδη [όπως αυτή ήξερε να τραγουδά τέτοια τραγούδια – link:
http://www.youtube.com/watch?v=roccYFIcYUs].
Φυσικά οι στίχοι του τραγουδιού,
“Έ το λοιπόν για μένα το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο, είν’ ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε”,
[που όπως είπα είναι παρμένοι από ποίημα του Ναζίμ Χικμέτ] γράφτηκαν για άλλους λόγους και εξ αφορμής άλλων καταστάσεων. Για τους ανθρώπους που τους «μποδίζουν να βαδίζουν», δηλ. γι’ αυτούς που τους φυλακίζουν, που τους στερούν την ελευθερία τους και [γενικότερα] το δικαίωμα για μια [ανθρώπινη] ζωή! Όμως στο δικό μου μυαλό ηχούν τα λόγια
“… το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο …”, [που τα συμπληρώνω] “… είν’ ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν […] να επιστρέψει σπίτι του ζωντανός απ’ τη δουλειά ...”

Τέλος θα κλείσω [μ’ αυτό το θέμα των δυστυχημάτων στους δρόμους - θανατηφόρων και μη] παραθέτοντας ένα απόσπασμα από ένα άρθρο [υπό τον τίτλο “Θύματα της ασφάλτου και ευθύνες”], του πρώην [από κομματικής άποψης] “Οικολόγου”, Άθου Αγαπητού, το οποίο δημοσιεύτηκε στην “Σημερινή”, την Παρασκευή 12 του μηνός [link:
http://www.sigmalive.com/simerini/analiseis/other/246795]:
“Πιστεύω πως η απλή παρουσία κάποιων περιπολικών στους αυτοκινητόδρομους, ή ακόμα και η επιβολή κάποιου χρηματικού προστίμου, δεν είναι καθόλου αποτρεπτικό μέτρο. Ειδικά, όταν πρόκειται για νεαρούς, οι οποίοι γνωρίζουν πως το όποιο πρόστιμο θα το πληρώσουν οι γονείς, ή την όποια κατηγορία θα την αναλάβει κάποιος «γνωστός» της οικογένειας, έτσι που να μη φτάσει ποτέ στο δικαστήριο, πώς θα συνειδητοποιήσει πως η μεγάλη ταχύτητα, το απρόσεχτο οδήγημα ή η κατανάλωση αλκοόλ πριν από το οδήγημα, μπορούν να οδηγήσουν είτε τον ίδιο είτε κάποιους άλλους αθώους πολίτες στο θάνατο;
Η περίοδος χάριτος, ή, καλύτερα, οι τιμωρίες «με το γάντι» πρέπει επιτέλους να δώσουν τη θέση τους σε πραγματικά αποτρεπτικές και αποτελεσματικές μεθόδους. Ο ρόλος της Αστυνομίας, του κράτους και της νομοθετικής εξουσίας πρέπει να πάψει να περιορίζεται σε ρόλο εισπράκτορα προστίμων. Χρειαζόμαστε εδώ και τώρα νέα νομοθεσία, που να στοχεύει πραγματικά στην αποτροπή. Αν, αντί χρηματικό πρόστιμο για παράδειγμα, υπάρχει η ποινή της κατάσχεσης του οχήματος (ένα μήνα για την πρώτη φορά, έξι για τη δεύτερη και για πάντα στην τρίτη) σε περιπτώσεις υπερβολικών αδικημάτων, αν υπάρχει ποινή φυλάκισης χωρίς αναστολές ή εξαγορές, τότε να δείτε πώς αλλάζει η νοοτροπία.
Υπάρχουν δεκάδες άλλοι τρόποι να λύσουμε ή τουλάχιστον να απαμβλύνουμε το πρόβλημα.
Αυτό που χρειάζεται είναι έργα και όχι ευχολόγια και αχρείαστες φιλολογικές συζητήσεις, που δεν οδηγούν πουθενά και που για χρόνια τώρα δεν έλυσαν το πρόβλημα ούτε στο ελάχιστο.”

****************
Υ.Γ.:

Τελικά πάλι τα κατάφερα. Πίστευα ότι τούτη τη φορά θα ‘μουν πολύ σύντομος αλλά για μια ακόμα φορά το κείμενο μου, μου βγήκε σεντόνι [πάντως όχι και τόσο μεγάλο τούτη τη φορά]… Όπως λέει και ο αγαπητός PolitisPittas κάποτε όταν τα συναισθήματα και οι σκέψεις με κατακλύζουν γίνομαι “… γάργαρος σαν τα νερά τα τρεξιμιά …”! Το "χούιν" [ελάττωμα] μου αυτό [όπως ίσως και καμπόσα άλλα] ΔΕΝ διορθώνεται με ΤΙΠΟΤΕ! Παραμένω “ξύλο απελέτζιητο” κι “αν- επιτήδειος μαθήσεως”!

Anef_Oriwn
Σάββατο 13/3/2010

4 σχόλια:

Disdaimona είπε...

...κάποτε νομίζω,πως οι ανθρώποι που έχουν μιαν ιδιαίτερη σχέση με τη γη,είτε επειδή έτσι εμεγαλώσαν είτε επειδή έτσι επιλέξαν,αναπτύσσουν τζαι μια άλλη σχέση με τους ανθρώπους τζαι με την φυσική παρουσία των άλλων γυρώ τους...τούτον ένοιωσα εγώ διαβάζοντας την ανάρτηση σου.

Unknown είπε...

“Έ το λοιπόν για μένα το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο, είν’ ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε”

Τι να προσθέσει κανείς δίπλα σε αυτό; Ναι, γράφτηκε για άλλες συνθήκες, μα όταν κάτι που έχει γραφτεί είναι πραγματικά μεγάλο, είναι τότε και πανανθρώπινο και διαχρονικό και τραγουδά όλα τα ανθρώπινα.

Ξύλο απελέτζιητο ε;

Ευτυχώς! Ευτυχώς που υπάρχουν άνθρωποι που αφήνουν το "χούι" τους σαν το διαμάντι που δεν έγινε δαχτυλίδι μονόπετρο και έτσι ακόμα μπορεί να λάμπει στα ορυχεία της σκέψης!

Anef_Oriwn είπε...

Disdaimona & PolitisPittas,
Shερετώ ΣΑΣ!

****************
Disdaimona,
Δεν ξέρω αν αυτό που λες [ότι δηλ. “… οι ανθρώποι που έχουν μιαν ιδιαίτερη σχέση με τη γη […] αναπτύσσουν τζαι μια άλλη σχέση με τους ανθρώπους] ισχύει γενικότερα, αλλά η παρέμβαση σου όπως και η κουβέντα του αγαπητού PolitisPittas, πως “… όταν κάτι που έχει γραφτεί είναι πραγματικά μεγάλο, είναι τότε και πανανθρώπινο και διαχρονικό και τραγουδά όλα τα ανθρώπινα…”, ΜΟΥ θύμισαν ένα σχόλιο που έγραψα πριν καιρό στο Blog του φίλτατου Aceras, για την [βουκολική ιστορία του “Το βοσκαρέτιν” [link: http://acerasanthropophorum.blogspot.com/2007/11/blog-post_19.html].

Anef_Oriwn είπε...

[Συνεχίζω ...]

Έγραφα τότε:
“... η όλη ιστορία [σημ. 16/3/2010: το διήγημα “Το βοσκαρέτιν” του Aceras] (βασικά το βουκολικό της στήσιμο και περιεχόμενο) συνέτεινε στο να ανακαλέσω στη μνήμη μου θύμισες και βιώματα από τα εφηβικά μου χρόνια.

Όντας γέννημα και θρέμμα γεωργοκτηνοτροφικής οικογένειας και μεγαλωμένος στους αγρούς και στις μάντρες, με τους γονιούς μου να ασχολούνται και με τη βοσhιηκήν (καθώς και με την γεωργία) και να έχουν κουπάιν με κουέλλες (κοπάδι με πρόβατα), έχω ζήσει από κοντά διάφορες καταστάσεις και έχω εμπλακεί σε πολλές και διάφορες τσοπαναραίϊκες δουλειές … Π.χ. το ξεμάντρισμα, το καθάρισμα (σάρισμα) της μάντρας, το τάισμα και πότισμα των ζώων, το κόψιμο τριφυλλιού (με φασούλα), το μάζεμα των μπάλων από ποκαλάμη, το αλώνισμα (30 Αυγούστου 1974, “μπαίναν στην Άχνα οι οχτροί κ’ εμείς ‘λωνεύκαμεν”!), το ασhερόμπασμαν (νωρίς το πρωί), το λούμαν το κουέλλων (στη θάλασσα) και διάφορα άλλα. Έχω επίσης θύμισες που σχετίζονται με διάφορα περιστατικά και άλλες παρεμφερείς ασχολίες όπως το γέννημα των αρνιών, το γάλεμα, η κατασκευή χαλουμιών, το πάλιωμα των κλιάρων (κριαριών) κατά την εποχή της λεγόμενης “βαθειάς” (γονιμοποίησης) …

Το άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο που θα ήθελα να καταθέσω καθώς το έχω ζήσει από κοντά (και το οποίο βγαίνει πολύ έντονα και παραστατικά μέσα από την αφήγηση της ιστορίας) - [σημ. 16/3/2010: του Aceras] είναι η σύνδεση του ανθρώπου (του βοσκού) με τα ζώα του και η αγάπη που έχει γι’ αυτά!

Θυμάμαι χαρακτηριστικά τον μακαρίτη τον Πατέρα μου (ΕΛΑΦΡΥ ΝΑ ‘ΝΑΙ ΤΟ ΧΩΜΑ ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ – πέθανε στα 73 του πριν ενάμιση περίπου χρόνο - για ΜΑΣ, έφυγε νωρίς), ακουμπισμένο πάνω στην ματσούκα του (τη μαγκούρα του βοσκού) ή στον τοίχο της μάντρας να παρακολουθεί με τις ώρες τα πρόβατα να βόσκουν ή να τρώνε από τις ταΐστρες και τα μικρά αρνιά να παίζουν. Είχε πολλή υπομονή με τα ζώα, κάποτε όμως ξεθεωνόταν κυρίως στο γάλεμα όπου δυσκολευόταν (όταν είχε μπει πια και στα χρόνια).

Ξεχώριζε [αναγνώριζε] κάθε ζώο (εγώ δεν τα κατάφερνα) και ήξερε τα χούγια του. Σε κάποια μάλιστα είχαν δοθεί και ονόματα (κυρίως από την μητέρα μου), όπως αυτά περίπου που αναφέρει και ο Aceras στο παραμύθι του. Μερικά ονόματα που θυμάμαι είναι το “Πατσάλα” (είχε βούλες άλλου χρώματος στο πρόσωπο), “Μαυρονούρα” (με μαύρη ουρά - στα πρόβατα ως γνωστό κυριαρχεί το άσπρο), “Μυτού” (με κοντά αυτιά), “Κοραλλού” (από το κόρη). Για την τελευταία θα κάνω ιδιαίτερη αναφορά και να πω ότι ήταν μια προβατίνα που κυριολεκτικά μεγάλωσε μέσα στο σπίτι μας. Δεν θυμάμαι ακριβώς τι είχε συμβεί (είτε θα ψόφησε η μάνα προβατίνα, είτε δεν είχε αρκετό γάλα για να βυζαίνει τα μικρά της) και έτσι πήραμε το συγκεκριμένο αρνάκι στο σπίτι και το ταΐζαμε με το μπιμπερό. Και έτσι έγινε για κάποιο χρονικό διάστημα το pet sheep της οικογένειας και το βαφτίσαμε και Κοραλλού!

Την συνήθεια του Πατέρα μου να χαζεύει με τις ώρες τις κουέλλες την έχω κι εγώ, όμως όχι με τα πρόβατα (δεν είμαι βοσκός), αλλά με τα πεζούνια (περιστέρια). Στην αυλή έχω ένα πεζουναρκο (περιστεριώνα) με κάμποσα πεζούνια. Κάποιες φορές στέκομαι και τα παρακολουθώ (πως τσιμπολογάνε, πώς φτιάχνουν τις φωλιές τους, πως ζευγαρώνουν, πως ταΐζουν τα μικρά τους). Παλαιότερα, που είχα και πιο πολύ χρόνο (τώρα μόλις και προλαβαίνω και τους βάζω φαΐ και νερό) και ήταν και πιο λίγα σε αριθμό, ήξερα πως ήταν ζευγαρωμένα, που είχε κάθε ζευγάρι τη φωλιά του (συνήθως έχουν από δύο φωλιές) και ποια ήταν τα μικρά τους.
Anef_
Παρασκευή 14/12/2007 – 11:18 μ.μ.”