“Έφυγε” ο Θανάσης Βέγγος
Πέθανε σήμερα το πρωί σε ηλικία 84 ετών ο μεγάλος Έλληνας ηθοποιός και «τεράστιος άνθρωπος» [όπως τον χαρακτήρισε σήμερα σε δήλωση της η Δέσποινα Μπεμπεδέλη] Θανάσης Βέγγος. Ο σπουδαίος ηθοποιός [κωμικός βασικά] του θεάτρου και του κινηματογράφου [κυρίως] άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο “Ερυθρό Σταυρό”, όπου νοσηλευόταν τους τελευταίους μήνες ένεκα διάφορων περιπετειών με την υγεία του.
Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο, στις 29 Μαΐου του 1927 και ήταν και το μοναδικό παιδί της οικογένειας. Ο πατέρας του, Βασίλης Βέγγος ήταν δημόσιος υπάλληλος, εργαζόταν στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού και συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση. Μετά τον πόλεμο εκδιώχθηκε από την δουλειά του, εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων. Ο ίδιος ο Θανάσης μάλιστα κατά τα χρόνια του εμφύλιου εξορίστηκε [ή υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ως εξόριστος] στο κολαστήριο της Μακρονήσου κι όταν απολύθηκε έκανε διάφορες δουλειές και μικροθελήματα για να βγάλει τα προς τα ζην.
[Εδώ παρενθετικά να αναφέρω ότι το διαβόητο στρατόπεδο της Μακρονήσου δημιουργήθηκε το 1947, στην κορύφωση του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, ώστε να εκτοπίζονται εκεί οι κομμουνιστές φαντάροι ή ακόμη και οι ύποπτοι αριστερής συνείδησης και να “αναμορφωθούν” ιδεολογικά ώστε να σταλούν στο μέτωπο και να πολεμήσουν στην πλευρά του Εθνικού στρατού εναντίον των πρώην συντρόφων τους. Ο Γιάννης Ρίτσος, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Κατράκης, ο Θανάσης Βέγγος, ο Νίκος Κούνδουρος, ο Στέλιος Καζαντζίδης και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ήταν μερικοί μόνο από όσους πέρασαν εκείνη τη σκληρή δοκιμασία].
Στην Μακρόνησο όμως έτυχε και γνωρίστηκε και με τον σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο, γνωριμία που οδήγησε στην πρώτη του εμφάνιση στο σινεμά το 1954 με την ταινία “Μαγική Πόλις” του σκηνοθέτη.
Ο Θανάσης Βέγγος δεν σπούδασε υποκριτική, υπήρξε αυτοδίδακτος. Το 1959 πήρε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού όχι από Σχολή αλλά ως εξαιρετικό ταλέντο με εξετάσεις σε ειδική επιτροπή. Η πρώτη του θεατρική παράσταση ήταν την ίδια χρονιά στην επιθεώρηση «Ομόνοια πλατς πλουτς», δίπλα στους Νίκο Ρίζο και Γιάννη Γκιωνάκη.
Στη συνέχεια έπαιξε μικρούς, αλλά χαρακτηριστικούς ρόλους, σε σημαντικές ταινίες όπως “Ο δράκος”, “Μανταλένα”, “Ο Ηλίας του 16ου” [την είδα πριν 1-2 χρόνια σε “επανέκδοση” με κύριο πρωταγωνιστή τον Πέτρο Φιλιππίδη – εξαιρετική κωμωδία], “Ποτέ την Κυριακή”, ενώ παράλληλα εργάστηκε και ως φροντιστής στα πλατό.
Στη συνέχεια συνεργάστηκε κυρίως με τον σκηνοθέτη Πάνο Γλυκοφρύδη και ανέπτυξε τον τύπο του νευρικού, αεικίνητου ανθρώπου, που τον καθιέρωσε, και αρχίζει να γίνεται δημοφιλής. Έγινε ιδιαίτερα αγαπητός στο ελληνικό κοινό με ταινίες όπως “Ψηλά τα χέρια”, “Χίτλερ”, “Μην είδατε τον Παναή”, “Ζήτω η τρέλα”, “Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης” και άλλες.
Λίγα χρόνια αργότερα ο “Πράκτωρ Θου Βου” μετατρέπει τον Βέγγο σε λαϊκό ήρωα μέσα από πολλές ταινίες με μεγάλη εισπρακτική επιτυχία, την εποχή που ο κινηματογράφος αποτελούσε την μόνη φθηνή ψυχαγωγία για τον ευρύ κοινό.
Η στενή σχέση του με τον σκηνοθέτη Ντίνο Κατσουρίδη τον οδηγεί στον θρίαμβο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το 1971 με την ταινία “Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση;” Κοινό και κριτικοί τον αποθεώνουν και αποσπά το βραβείο Α΄ ανδρικού ρόλου.
Συνολικά, ο Θανάσης Βέγγος έπαιξε σε 126 ταινίες σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του [σε 52 μάλιστα ως πρωταγωνιστής].
Στην τηλεόραση εμφανίστηκε στις σειρές: “Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης” (ΑΝΤ1, 1990), “Έρωτας, όπως έρημος” (ΝΕΤ, 2003), “Περί ανέμων και υδάτων” (Mega, 2002) [όπου έπαιζε και η Δέσποινα Μπεμπεδέλη], “Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου” (ΑΝΤ1, 2006) και σε άλλες.
Εν ολίγοις ο Θανάσης Βέγγος δημιούργησε τον τύπο του κατατρεγμένου Έλληνα που βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση προσπαθώντας να επιβιώσει. Άνθρωπος για όλες τις δουλειές, άνεργος, καρπαζοεισπράκτορας, ονειροπόλος, αεριτζής και επεισοδιακός κατάσκοπος, ενσάρκωσε εκατοντάδες ρόλους στη μεγάλη οθόνη και στην τηλεόραση, καθιερώνοντας έναν χαρακτήρα άμεσα αναγνωρίσιμο, με συγκεκριμένη συμπεριφορά και κινησιολογία.
Την εποχή που γυριζόταν “Ο δράκος” παντρεύτηκε την Ασημίνα Βέγγου, με την οποία απέκτησε δύο γιους.
Στο καλό [λοιπόν] «καλέ μας άνθρωπε» [φράση που συνήθιζε να λέει στις ταινίες του] ...
****************************
Τέλος παρακολουθείστε κι ένα δείγμα από τη δουλειά του και το υποκριτικό του ταλέντο:
Anef_Oriwn
Τρίτη 3/5/2011
*******************************
Υστερόγραφον:
Με την ευκαιρία αυτήν να αναφέρω ότι πριν 2-3 μέρες [στες 30 τ’ Απρίλη] πέθανε, σε ηλικία 89 ετών και ο Λάκης Σάντας, ο άνθρωπος που μαζί με τον φίλο του Μανόλη Γλέζο κατέβασε τη νύχτα της 30ης προς 31η Μαΐου 1941 τη χιτλερική σημαία από το βράχο της Ακρόπολης.
Ελαφρύ να ‘ναι το χώμα τον σκεπάζει!
Anef_Oriwn
6 σχόλια:
Φεύγουν ένας ένας και τι μένει;
Μπράβο (και) για αυτή την ανάρτηση φίλε Άνευ.
Μιχάλη αλήθεια, τι μένει;
Μένει (κατά την άποψη μου) η τεράστια ευθύνη της κοινωνίας που πρέπει να αποδράσει από τη νάρκη την αφασία και το παραμύθιασμα με την οποία την παιδαγωγούν όσοι έχουν στα χέρια τους τη διαχείρηση των ΜΜΕ ώστε να "αποκαλυφθεί" το πολύ καλό δυναμικό που ΥΠΑΡΧΕΙ-ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ-ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ έργο ουσίας, σε όλες τις εκφάνσεις του Πολιτισμού. Το έχουμε θίξει πολλές φορές, θα το πω συνοπτικά άλλη μία φορά, "συνέχεια" υπάρχει.
Το "πρόβλημα" είναι πως η συγκυρία δεν δημιουργεί (ακόμα) συνθήκες "συνέργειας" . Πιστεύω, πως τουλάχιστον στην Ελλάδα, κάτω από την πλήρη διάλυση της, αυτές οι συνθήκες θα δημιουργηθούν, είναι ήδη σε συνθήκες οδυνηρού τοκετού.
Και, ας μου επιτρέψει ο Άνευ να καταχραστώ λιγάκι την καλή του φιλοξενία, για να μοιραστώ και μαζί σας κάποιες σκέψεις συν ένα βίωμα που κατέγραψα προ ημερών σαν έμαθα την αναχώρηση του Θανάση Βέγγου:
Σαν ηθοποιό δεν τον εκτίμησα ποτέ ιδιαίτερα, ομολογώ πως τον εισέπραττα ως περιορισμένου “βεληνεκούς” ή υποκριτικής γκάμας.
Εξαιρώ τις ταινίες στις οποίες ο σκηνοθέτης ήξερε να του “βγάλει” πράγματα και να του ελέγξει τις διάφορες μανιέρες του, όπως το κλασικό κούνημα του κεφαλιού δεξιά αριστερά.
Όσοι σκηνοθέτες κατάφεραν να του εξορύξουν την δραματική του πλευρά, κατάφεραν να πλάσουν έναν Βέγγο συγκλονιστικό.
Δυστυχώς (κατά τη γνώμη μου πάντα) αυτό έγινε ελάχιστες φορές καθώς συνήθως τον έβαζαν στο καστ για το στερεότυπο του. Έτσι, νομίζω πως αδικήθηκε, ανεξάρτητα από το πόσο αγαπήθηκε.
Σε μία ταινία της οποίας τον τίτλο δεν θυμάμαι (του Κατσουρίδη θαρρώ) που έχει να κάνει με τη δικτατορία, υπάρχει μία ασύλληπτης έντασης σκηνή, όταν ο Θανάσης συμβολικά, μπροστά σε μία εκκλησία κρατά στα χέρια του το άψυχο κορμί ενός νέου παιδιού και προσπαθεί να καταλάβει “γιατί ο θεός επιτρέπει αυτή την αδικία”. Κινηματογραφικά, υποκριτικά, είναι η σκηνή που δεν λησμόνησα ποτέ από εκείνον και ποτέ δεν θα λησμονήσω.
Όπως και μία άλλη, κωμική-σατιρική (Στην ίδια ταινία;;; δεν θυμάμαι…) που ακούει Θεοδωράκη στο φορτηγάκι και έχει κατά λάθος βγάλει τη μουσική από τα μεγάφωνα. Πλησιάζει το χωριό που “γιορτάζει” την 21η Απριλίου με μαζεμένους στρατιωτικούς, λακέδες, χωροφύλακες, παπάδες κλπ. Απείρου κάλλους σκηνή, τόσο από τον ίδιο όσο και από τον σκηνοθέτη.
Δεν ξεχνώ όμως με τίποτα μια προσωπική εμπειρία που είχα μαζί του, χαρακτηριστική για το ήθος του πραγματικά “καλού μας ανθρώπου”:
Είμαστε κάπου στα τέλη της δεκαετίας του 70, γύρω στο 77.
Δουλεύω τότε, σε ένα studio κάπου στον Περιφερειακό Πολυγώνου, στην γνωστή τότε JP Production.
Έχει παραχωρηθεί το πλατό για ένα γύρισμα του Κατσουρίδη με τον Βέγγο, έχει ήδη προηγηθεί πολύωρο και κουραστικό γύρισμα στο οποίο οι υπομονές του Βέγγου είναι…ωκεάνιες και, έρχεται επιτέλους η ώρα για διάλειμμα και γεύμα.
Σκηνοθέτης, διευθυντής φωτογραφίας, σκηνογράφος, και όλοι οι “πρώτοι” του Συνεργείου, πάνε πάνω, να φάνε στα γραφεία “αξιοπρεπώς”.
Μαζί και οι πρωταγωνιστές, πλην του Βέγγου, ο οποίος γυρίζει πάνω κάτω ανήσυχος ρωτώντας “τι θα φάνε τα παιδιά;” εννοώντας εμάς τους βοηθούς , τους ηλεκτρολόγους, και τους “γενικών καθηκόντων”.
Κάποιος από τους “πρώτους” δίνει εντολή σε έναν φροντιστή, να πάει στο φούρνο δίπλα να φέρει καμιά τυρόπιτα για μας και νερά.
Ποιος είδε τον Βέγγο και δεν τον φοβήθηκε.
Πατάει απίστευτες φωνές, βάζει το χέρι στην τσέπη, βγάζει μερικά χαρτονομίσματα και στέλνει τον βοηθό σκηνοθέτη να τρέξει στην ταβέρνα και να φέρει ό,τι βρει μπροστά του: κοψίδια, μπριζόλες, πατάτες και επιτακτικά, να μην ξεχάσει φρούτα γιατί έχουν βιταμίνες...
Όπερ και εγένετο.
Μέχρι να έρθει το φαγητό, ο Θανάσης ήταν εκεί μαζί μας, και στο τέλος, κάθισε να φάμε παρέα αγνοώντας διαρκώς τις εκκλήσεις να πάει “επάνω”.
Αυτός, ήταν ο Βέγγος που γνώρισα για μία φορά στη ζωή μου, αρκετή όμως για να καταλάβω την ωραία του ψυχή και την ανόθευτη ανθρωπιά του.
Ας μην ξεχνάμε, πως και ο Θανάσης Βέγγος, ήταν άλλος ένας "απόφοιτος" της Μακρονήσου, άλλος ένας γαλουχημένος στην Αριστερά άνθρωπος, που διατήρησε το ήθος του ακέραιο χωρίς ποτέ να "ενταχθεί" κομματικά. Ωστόσο, απόλυτα συνεπής.
Ο Λάκης Σάντας δίδαξε όχι μόνο με την πράξη του, αλλά και με τη ζωή του συνολικά, το απόλυτο και συμπαγές Ηθος του Ανθρώπου που δεν εξαγοράζει την προσφορά του με κανένα απολύτως αντάλλαγμα.
Και ευκαιρίες βεβαίως, υπήρξαν πολλές, καθώς το Πολιτικό Σύστημα είναι αδίστακτο και ανήθικο.
Άτε! Ένας-ένας να φεύγετε να μείνουμε μόνοι μας οι γνήσιοι πατριώτες χωρίς την κομμουνιστική βρώμα και σαπίλα.
Στις 22 του Μαΐου θα γίνει η μεγάλη του έθνους η επανάσταση!!!!!
ΕΛΑΜ
ΕΛΑΜ
ΕΛΑΜ
ΕΛΑΜ
ΕΛΑΜ
Φίλε PolitisPittas,
Σε χαιρετώ και σ’ ευχαριστώ που με τις παρεμβάσεις, τα σχόλια και τον λόγο ΣΟΥ συμπληρώνεις το αφιέρωμα μου για τον Θανάση Βέγγο [πρώτα και κύρια] και τον Λάκη Σάντα!
Δημοσίευση σχολίου